maronitisΗ χούντα τον φυλάκισε, τον βασάνισε, τον εκδίωξε από το Πανεπιστήμιο. Υπηρέτησε την Αριστερά και τον άνθρωπο. Εγινε ο σπουδαιότερος ομηριστής, ο ιδανικός μεταφραστής αρχαιοελληνικών κειμένων. Ο Μίμης όπως τον αποκαλούσαν όσοι τον γνώρισαν έφυγε σε ηλικία 87 ετών
«Σηκώστε με σεμνότητα το χρέος που σας ανήκει. Φανείτε εις μικρόν γενναίοι».

Φορτισμένος ο Δημήτρης Μαρωνίτης τον Ιανουάριο του 1968, στο τελευταίο του μάθημα στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, λίγο πριν τον συλλάβει η χούντα άφηνε στους φοιτητές του τέσσερις υποθήκες. Που σήμερα διαβάζονται με την ίδια φόρτιση, αλλά και με όλο το φορτίο των χρόνων που πέρασαν, των ιστορικών συνθηκών που μας διαμόρφωσαν και μας έφεραν στο σημείο που βρισκόμαστε.

Η μία ήταν αυτή για το χρέος. Οι άλλες; «Κρατείστε ξύπνιο το μυαλό σας στους σκοτεινούς καιρούς. Μ’αυτό κυρίως θα πολεμήσετε τη βαναυσότητα της εξουσίας./ Μην απομονωθείτε. Με το λόγο, τη σιωπή και την πράξη σας σταθείτε πλάι σε κάποιον: στη μάνα σας, στον αδελφό σας ή στο φίλο σας, και προπαντός στα νεότερα παιδιά, που περιμένουν από σας να δουν αν θα τους φράξετε ή θα τους ανοίξετε το δρόμο της ελεύθερης αναπνοής./Μη φοβάστε τους ανθρώπους που έχουν ρωμαλέα πάθη: όσους οργίζονται, πίνουν και αγαπούν. Πολεμάτε μόνον τους κάπηλους της ελληνοχριστιανικής ηθικολογίας. Απομονώστε όσους συνεχώς χαμογελούν, που όταν μιλούν δεν σας κοιτούν στα μάτια, κι όταν τους δίνετε το χέρι, δεν ξέρουν ή δεν θέλουν να το σφίξουν. Ανάμεσά τους θα βρείτε τους χαφιέδες».

 

Ο πανεπιστημιακός τον οποίο κυνήγησε λυσσαλέα η χούντα

Ο Δημήτρης Μαρωνίτης, ο Μίμης για όσους τον γνώριζαν, ήταν πρώτα απ’ όλα ο δάσκαλος με την πλήρη έννοια του όρου και με την αρχαιοελληνική αίγλη του. Ηταν το σώμα και η ψυχή της γλώσσας, των Γραμμάτων, του ανθρώπινου έπους. Αγγελιοφόρος από την αρχαιότητα ως τώρα του μυστηρίου και της δύναμης της συγγραφής. Η μετάφρασή του για την «Οδύσσεια» ήταν το κείμενο που διαμόρφωσε «λογοτεχνικά» εκατομμύρια Ελληνες, το πρώτο σπουδαίο έργο που διάβασαν πολλοί συμπολίτες μας αφού διδάσκεται στη Α’ Γυμνασίου. Υπήρξαμε τυχεροί, το μεταλάβαμε από τον Δημήτρη Μαρωνίτη.

Υπήρξε θρυλικός δάσκαλος διότι ήταν μια πλήρης προσωπικότητα. Δεν έμενε σκυμμένος στα βιβλία αλλά συμμετείχε στον πραγματικό βίο και στην πολιτική. Χωρίς να είναι μέλος κόμματος, ήταν μια προσωπικότητα της ακαδημαϊκής κοινότητας που φυλακίστηκε και βασανίστηκε από την χούντα. Που δεν σιώπησε ή δεν επιδίωξε να διαφύγει στο εξωτερικό και από εκεί να συνεχίσει την καριέρα του στέλνοντας κάθε τόσο πύρινα μηνύματα συμπαράστασης.

Ο λογοτέχνης Παύλος Ζάννας, περιέγραφε τη στιγμή της συνάντησής τους στη φυλακή στις 19 Μάη 1971 ως εξής: «Υστερα χωρίς να το περιμένει τον πλησίασα και τον αγκάλιασα. Νομίζω πως κλαίγαμε – ή σχεδόν- και οι δυο. Οι φύλακες φώναζαν. Με τράνταξε. Δεν μπόρεσα να τον ρωτήσω τίποτα».

Αριστερός χωρίς εκπτώσεις. Αριστερός γονιδιακά. Το ένιωσε για πρώτη φορά όταν ο πατέρας του τον πήρε, πιτσιρικά και πήγαν σε μια διαδήλωση καπνεργατών στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης (όπου και γεννήθηκε, μεγάλωσε, σπούδασε. Η σχέση του Μαρωνίτη με τη Θεσσαλονίκη είναι υλικό για δοκίμιο…). Η εμπειρία τον συγκλόνισε και προχώρησε από τότε σε αυτόν τον δρόμο. Ο αριστερός πατέρας που λάτρευε την λογοτεχνία οδήγησε σιωπηλά, μυσταγωγικά τον γιο του στον ίδιο δρόμο. Ο πατέρας του αυτοκτόνησε και έκτοτε ο Μαρωνίτης τον ενέγραψε διαφορετικά μέσα του. «Πέρασα τη μισή μου ζωή ως γιος τα μάνας μου. Τώρα είμαι γιος του πατέρα μου» είπε στον Χρήστο Αγγελάκο.

Τα τελευταία χρόνια ένιωθε οργισμένος με την εξέλιξη της Αριστεράς, με την μετάλλαξή της, αλλά και με τους κυβερνώντες. Μιλώντας στον Χρήστο Αγγελάκο και στη LifO πριν από μόλις έναν μήνα, έλεγε: «Χάθηκαν τα πάντα. Αλλά έμεινε το όνομά της. Κι εγώ θέλω να μην το χάσω το όνομα αυτό. Να το σεβαστώ. Αν θες, στο κάτω-κάτω της γραφής, τώρα πια ξέρουμε ότι η Ιστορία –ή αυτό που λέμε Ιστορία– δεν δέχεται τυμπανοκρουσίες αυτού του είδους σε ό,τι αφορά την Αριστερά ως Αριστερά. Ωστόσο, δεν μπορώ να αρνηθώ καταγωγικού τύπου αισθήσεις, όπως είναι, λόγου χάρη, η αίσθηση όταν με πήρε για πρώτη φορά ο πατέρας μου, αυτός ο περίεργος άνθρωπος, σ’ ένα συλλαλητήριο καπνεργατών στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και μ’ άφησε ν’ ακούσω και να δω όλο αυτό τον κόσμο τον καπνεργατικό. Αυτό με σφράγισε γενικότερα. Επομένως, δεν έχω πρόβλημα ότι έχασα την πολύτιμη Αριστερά. Η Αριστερά ήτανε κι αυτή ένα κομμάτι της Ιστορίας που φαίνεται ότι άρχισε όπως άρχισε, στράβωσε όπως στράβωσε και τινάχτηκε στον αέρα, όπως την έχουνε τινάξει αυτοί που τους χρειάζεται να στιγματιστούν ως εγκληματίες.»

 

Η φωνή του Ομήρου

Ομως δεν μπορείς να μιλήσεις για τον Δημήτρη Μαρωνίτη χωρίς να σκεφθείς την «Οδύσσεια». Είναι αδιανόητο. Του πήρε έντεκα χρόνια να τη μεταφράσει. Και όλα ξεκίνησαν από ένα «σπρώξιμο» του περίφημου Λίνου Πολίτη του νεοελληνιστή φιλόλογου και Ακαδημαϊκού που διαμόρφωσε τους σημαντικότερους εκφραστές, μελετητές και συν-δημιουργούς της ελληνικής γραμματείας. Του είπε ο Πολίτης «Μίμη γιατί δεν δίνεις τη δική σου εκδοχή για την Οδύσσεια». Υπήρχε τότε η μετάφραση του Νίκου Καζαντζάκη και του Ιωάννη Κακριδή.

Ο ίδιος ο Δημήτρης Μαρωνίτης έγραψε στον πρόλογο: «Οποιος διαβάζει με προσοχή την «Οδύσσεια» αισθάνεται τη μεγάλη απόσταση χώρου και χρόνου από το κείμενό της. Παρά ταύτα, σιγά σιγά αναδύεται η συναίσθηση ότι το ποίημα, ταξιδεύοντας, έρχεται και φεύγει, πλησιάζει και απομακρύνεται, χαμογελώντας άλλοτε με συμπάθεια και άλλοτε με ειρωνεία. Κι αυτό το πήγαινε-έλα καταλήγει σε μια παράξενη φιλοξενία.»

Και μετά ήταν η σειρά της «Ιλιάδας». Θάνατος και πόλεμος, έπος ακατάδεκτο όπως το χαρακτήριζε ο Μαρωνίτης, ενώ αποκαλούσε την «Οδύσσεια» αγαπησιάρικο έπος. Ελεγε ο ίδιος στην Ελευθεροτυπία και την Ιωάννα Κλεφτόγιαννη: «Η «Ιλιάδα», σας το ορκίζομαι, είναι το πιο ακατάδεχτο έπος που μπορεί κανείς να φανταστεί. Το πιο ακατάδεχτο! Ηταν σα να μου μιλούσε από απόσταση, και μάλιστα από απόσταση υπεροχής, και μου έλεγε «δεν σε θέλω, φύγε από πάνω μου, Μαρωνίτη». Αρχισε ένας περίεργος διάλογος. Αλλά εγώ ήμουν υπομονετικός ώστε να περάσω από αυτό που λέω «Ιλιάδα» εξ ακοής σε αυτό που λέω «Ιλιάδα» εξ επαφής. Το κέντρο βάρους είναι η ακρόαση, όχι η ανάγνωση. Μόνο όταν ακούει κανείς τα κείμενα καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται. Η «Ιλιάδα» είναι βαθύτατα ακροαματική. Εξ ου αυτός ο αυτόματος διάλογος που προκύπτει κάθε φορά».

 

Οι επιφυλλίδες που ενεργοποιούσαν συνειδήσεις

Μεταφραστής, συγγραφέας, πανεπιστημιακός δάσκαλος. Αλλά και αρθρογράφος. Επίμονος, ακάματος, συνεπής αρθρογράφος. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης κατέγραφε ανέλυε και τραβούσε από τα σπλάχνα αυτού που συνέβαινε την μοναδική αλήθεια. Αρχισε να γράφει στο Βήμα από το 1971 και συνέχισε ως και τον προηγούμενο μήνα, τον Ιούνιο του 2016. 87 χρονών, έδινε μάχη με τον καρκίνο, είχε χάσει τη μία φωνητική του χορδή και συνέχιζε να παραμένει μαχητής του πνεύματος και της έρευνας.

Το τελευταίο του κείμενο, δημοσιεύθηκε στις 18 Ιουνίου του 2016 και ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του φίλου του Τάσου Χρηστίδη. «Μιλώ για τον καλύτερο φίλο της ζωής μου, που τον φωνάζω στα όνειρά μου, και εκείνος παρήγορος πάντα έρχεται. Για τον Τάσο μιλώ, που σεβόταν όσο κανείς την ιστορία της επιστήμης του και την ιστορία της ανθρώπινης φυλής». Ο Μίμης αποχαιρετά τον Τάσο στο τελευταίο του κείμενο που δημοσιεύεται…

Το 2013, η Διεθνής Εκθεση Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη τον τίμησε με ειδική εκδήλωση. Εκεί η συγκίνηση τον έπνιξε. Βούρκωσε καθώς έλεγε «φασισμός είναι να σε ρωτούν δημοσίως για την ιδιωτική σου ζωή και να σε ανακρίνουν ιδιωτικά για τις δημόσιες πράξεις σου». Σήμερα, καθώς η είδηση του θανάτου έγινε γνωστή, η συγκίνηση έπνιξε τους χιλιάδες μαθητές του, τους εκατοντάδες χιλιάδες που διαμορφωθήκαμε από τα κείμενα και τη σκέψη του και έκανε πολλούς να αναφωνούν «πόσο, μα πόσο θα ήθελα να τον έχω δάσκαλο!».

*Η κηδεία του Δημήτρη Μαρωνίτη θα τελεστεί την Πέμπτη 14 Ιουλίου, στις 11 π.μ., από το Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας.

ΠΗΓΗ:protagon.gr

Άρθρα στην κατηγορία Κοινωνικά